red flag | ουσιαστικό |
drapeau rouge | ουσιαστικό |
fil rouge | ουσιαστικό |
νin rouge | ουσιαστικό |
Red Friday | ουσιαστικό |
viande rouge (la) | ουσιαστικό |
έγινε κόκκινη σαν την παπαρούνα | έκφραση |
έγινε κόκκινος-η σαν παντζάρι | έκφραση |
έγινε κόκκινος-η σαν το παντζάρι | έκφραση |
ανάβω/στέλνω το κόκκινο φως | έκφραση |
αυτό/αυτά είναι κόκκινη γραμμή/κόκκινες γραμμές για κάποιον | έκφραση |
γίνομαι κόκκινος / κατακόκκινος-η από τη ντροπή | έκφραση |
είμαι/γίνομαι κόκκινο πανί (για κάποιον) | έκφραση |
είναι / έφτασε στο κόκκινο | έκφραση |
κόκκινα φανάρια | ουσιαστικό |
κόκκινη | ουσιαστικό |
κόκκινη γραμμή | ουσιαστικό |
κόκκινη κάρτα | ουσιαστικό |
κόκκινη κλωστή | έκφραση |
κόκκινη σημαία (η) | ουσιαστικό |
κόκκινο δάνειο/κόκκινα δάνεια | ουσιαστικό |
κόκκινο κρέας/κόκκινα κρέατα (το/τα) | ουσιαστικό |
κόκκινο πανί (το) | ουσιαστικό |
κόκκινο της φωτιάς (το) | ουσιαστικό |
κόκκινο φανάρι | ουσιαστικό |
κόκκινο φως (το) | ουσιαστικό |
κόκκινο χαλί (το) | ουσιαστικό |
κόκκινος στρατός (o) | ουσιαστικό |
Κοκκινοσκουφίτσα (η) | ουσιαστικό |
λευκός | επίθετο |
πέρασε με κόκκινο | έκφραση |
περνάω/ξεπερνάω την κόκκινη γραμμή | έκφραση |
στρώνω σε κάποιον (το) κόκκινο χαλί / (τα) κόκκινα χαλιά (για να περάσει) | έκφραση |
τραβάω μια κόκκινη γραμμή | έκφραση |
χτυπάει/χτύπησε κόκκινο | έκφραση |