ανάβω/στέλνω το κόκκινο φως

[έκφραση] (χωρίς πληθ.)

ΧΡΩΜΑ

ΧΡΩΜΑΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ: RED

ΧΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΟΡΟΣ: (el) κόκκινος

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

  • μεταφορική

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΧΡΗΣΗΣ

  1. Η Τουρκία ανάβει «κόκκινο φως» στα τουριστικά πλοία που προσεγγίζουν ελληνικά νησιά!

ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ

(es) dar luz roja