[έκφραση] (χωρίς πληθ.)
ΧΡΩΜΑ
ΧΡΩΜΑΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ: RED
ΧΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΟΡΟΣ: (fr) rouge
ΣΗΜΑΣΙΑ
ΜΕΤΑΦΟΡΑ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
(en) to be in the red
(pt) estar no vermelho