γαλαζοαίματος

[ουσιαστικό]

ΧΡΩΜΑ

ΧΡΩΜΑΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ: BLUE

ΧΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΟΡΟΣ: (el) γαλάζιος

ΣΗΜΑΣΙΑ

  1. για κπ. που έχει βασιλική, αριστοκρατική καταγωγή, επειδή θεωρείται ότι το αίμα στις φλέβες του δεν είναι κόκκινο αλλά γαλάζιο

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

  • μεταφορική
  • ειρωνική / σκωπτική

ΜΕΤΑΦΟΡΑ

  • ORIGINE

ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ

(en) blue-blooded (to be)

(pt) ter sangue azul

(es) sangre azul (tener)

(fr) sang bleu