[ουσιαστικό] (συνήθως πληθ.)
ΧΡΩΜΑ
ΧΡΩΜΑΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ: WHITE
ΧΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΟΡΟΣ: (el) λευκός
ΣΗΜΑΣΙΑ
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
<αιμοσφαίρια>λευκά αιμοσφαίρια