πράσινο φανάρι

[ουσιαστικό]

ΧΡΩΜΑ

ΧΡΩΜΑΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ: GREEN

ΧΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΟΡΟΣ: (el) πράσινος

ΣΗΜΑΣΙΑ

  1. το φανάρι του σηματοδότη που επιτρέπει την ελεύθερη κίνηση των οχημάτων ή τη διάβαση των πεζών. ΑΝΤ κόκινο (φως).

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

<φανάρι>κίτρινο φανάρι | πράσινο φανάρι | κόκκινο φανάρι